umbilical ligation - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

umbilical ligation - translation to ρωσικά

CONSISTS OF A PIECE OF THREAD (SUTURE) TIED AROUND AN ANATOMICAL STRUCTURE, USUALLY A BLOOD VESSEL OR ANOTHER HOLLOW STRUCTURE (E.G. URETHRA) TO SHUT IT OFF
Ligation (medicine); Surgical ligation
  • Visual Demonstration

umbilical ligation      

медицина

перевязка пуповины

umbilical hernia         
  • In more severe cases of umbilical hernias, the [[small intestine]] can poke out through the opening. This can very rarely cause [[ischemia]] and [[necrosis]] of the intestine and is potentially life-threatening. The bulge is often caused by fat or parts of the [[greater omentum]].
INTESTINAL DISEASE CHARACTERIZED BY THE PROTRUSION BY PART OF THE INTESTINE THOUGH AN OPENING IN THE ABDOMINAL MUSCLES
Hernia, umbilical; Adult umbilical hernia; Hernia umbilicalis; Umbilical Hernia; Congenital umbilical hernia
пупочная грыжа
umbilical hernia         
  • In more severe cases of umbilical hernias, the [[small intestine]] can poke out through the opening. This can very rarely cause [[ischemia]] and [[necrosis]] of the intestine and is potentially life-threatening. The bulge is often caused by fat or parts of the [[greater omentum]].
INTESTINAL DISEASE CHARACTERIZED BY THE PROTRUSION BY PART OF THE INTESTINE THOUGH AN OPENING IN THE ABDOMINAL MUSCLES
Hernia, umbilical; Adult umbilical hernia; Hernia umbilicalis; Umbilical Hernia; Congenital umbilical hernia

медицина

пупочная грыжа

Ορισμός

Ligation
·noun That which binds; bond; connection.
II. Ligation ·noun The act of binding, or the state of being bound.

Βικιπαίδεια

Ligature (medicine)

In surgery or medical procedure, a ligature consists of a piece of thread (suture) tied around an anatomical structure, usually a blood vessel, another hollow structure (e.g. urethra) or an accessory skin tag to shut it off.

Μετάφραση του &#39umbilical ligation&#39 σε Ρωσικά